Μόλις είχε «πέσει» θεσμικά, αλλά όχι ως κατασκευή το τείχος του Βερολίνου και εγώ «αγκαλιά» με τον οπερατέρ του «Mega» βρισκόμουν μεταξύ του πιλοτηρίου και του στενού θαλάμου επιβατών ενός παλαιού διπλάνου (Antonov An-2, αν δεν με απατά η μνήμη μου), το οποίο πραγματοποιώντας χαμηλή πτήση κατά μήκος του τείχους και αργότερα στο βάθος της Δυτικής και Ανατολικής περιοχής του Βερολίνου, εξυπηρετούσε ένα μικρό «οικονομικό αφιέρωμα» που ετοίμαζα και τις γενικότερες ανάγκες των ειδήσεων του καναλιού εκείνης της εποχής των μεγάλων αλλαγών στην Ευρώπη.
Πίσω μου ακριβώς, βρισκόταν ένας αφάνταστα πνευματώδης και προσηνής γερμανός που είχε αναλάβει την από αέρος ξενάγησή μας. Μετά από κάμποση ώρα αγώνα για κάποια καλά πλάνα από εντελώς άβολη θέση εκ μέρους του οπερατέρ και δικής μου αγωνίας να εξασφαλίσουμε κάποιο «αξιοπρεπές» υλικό, γυρίζω προς τον ξεναγό μας, ο οποίος δεν σταμάτησε ούτε στιγμή να μας ενημερώνει γι’ αυτά που βλέπαμε ή θα μπορούσαμε να δούμε αν κοιτάζαμε προς την κατεύθυνση που υποδείκνυε… Τον κοιτάζω και διστάζω για μια στιγμή να ρωτήσω. Αυτός ωστόσο, σαν να διάβασε την σκέψη μου μας λέει, πολύ σοβαρά, για να χαμογελάσει και να σιωπήσει αμέσως μετά: «Η φτώχεια μαυρίζει, αλλά και ο πλούτος επίσης. Με τη διαφορά πως μαυρίζουν διαφορετικά πράγματα. Δεν νομίζεις»;     
Στον Ανατολικό τομέα του Βερολίνου το αστικό περιβάλλον ήταν γκρίζο, σχεδόν μαύρο, ενώ στον Δυτικό μαύρα ήταν τα δάση. Αιτία για το πρώτο ήταν ο «άνθρακας» ως πηγή ενέργειας, ενώ για το δεύτερο η όξινη βροχή, αποτέλεσμα των αυξημένων σε οξείδια του αζώτου και του θείου καυσαερίων. Ο «γερμανικός σοσιαλισμός» τότε, όπως και ο καπιταλισμός της περιόδου εκείνης και παλαιότερα, από τις ΗΠΑ μέχρι τις βιομηχανοποιούμενες περιοχές της Ασίας, χρησιμοποιούσε δίχως μέτρο «άνθρακα» για να παράγει ευημερία για τους φτωχούς. Το ίδιο κάνει στις μέρες μας η Κίνα, η οποία τείνει να χρησιμοποιήσει περισσότερο άνθρακα από ό, τι ολόκληρος ο υπόλοιπος κόσμος μαζί, ενώ η Ινδία θα ξεπεράσει τις Ηνωμένες Πολιτείες ως ο δεύτερος μεγαλύτερος καταναλωτής στον κόσμο, μεταβαλλόμενη στον μεγαλύτερο παγκόσμιο εισαγωγέα «άνθρακα». Αντίθετα ο πλούτος στη Δυτική Γερμανία της εποχής λίγο πριν από την πτώση του τείχους του Βερολίνου συνοδευόταν από την υπερπαραγωγή καυσαερίων από παράγωγα του πετρελαίου: το «πατάγαμε» το αυτοκινητάκι με τα διπλά καρμπυρατέρ, ενώ ο αστικός τρόπος ζωής και η παραγωγή μέθαγαν με πετρέλαιο, παρά την επέκταση της πυρηνικής ενέργειας - την οποία μισήσαμε όσο τίποτα άλλο στον κόσμο, εμείς οι κοινωνικά και περιβαλλοντικά ευαίσθητοι της εποχής!  
Το «μάθημα» εκείνο από την χαμηλή πτήση πάνω από το Βερολίνο ήρθε ξανά στη μνήμη μου διαβάζοντας ειδήσεις για την «αιθαλομίχλη που πνίγει [αυτές τις μέρες] την Αθήνα, την Θεσσαλονίκη και άλλες πόλεις, με τους ρύπους από τις ξυλόσομπες και τα τζάκια να ξεπερνούν το όριο συναγερμού». Και με την κυβέρνηση να δηλώνει ανενδοίαστα πως δεν σκοπεύει να μειώσει την τιμή του πετρελαίου θέρμανσης, καθώς θεωρεί «απολύτως πετυχημένο τον φόρο θέρμανσης»!
Είναι και αυτό μια μεγάλη «επιτυχία» της! Τόσο μεγάλη που έπαψε να είναι είδηση στο εσωτερικό το ξεπάγιασμα, κυρίως φτωχών και ευαίσθητων ατόμων του πληθυσμού, ενώ έγινε είδηση παγκοσμίως, με την διεθνή επιστημονική μάλιστα κοινότητα θορυβημένη να επισημαίνει πως η ποιότητα του αέρα στις ελληνικές μεγαλουπόλεις έχει επιδεινωθεί δραματικά, ως αποτέλεσμα της πολιτικής της κυβέρνησης κατά την διαχείριση της οικονομικής κρίσης που μαστίζει την χώρα (έρευνα του Πανεπιστημίου της Νότιας Καλιφόρνιας).
Όπως έγραψε η Süddeutsche Zeitung, «οι επιστήμονες που συνέλεξαν  επανειλημμένα δείγματα αέρα το χειμώνα του 2012 αλλά και στην αρχή του φετινού χειμώνα, διαπίστωσαν ότι ειδικά η συγκέντρωση μικροσωματιδίων έχει αυξηθεί κατά 30% σε σύγκριση με το διάστημα πριν από το ξέσπασμα της κρίσης». Ο συντονιστής μάλιστα της έρευνας του Πανεπιστημίου της Νότιας Καλιφόρνιας, καθηγητής Κωνσταντίνος Σιούτας, εμφανίζεται να δηλώνει: «οι άνθρωποι θέλουν να ζεσταθούν, παλεύουν με την υψηλή ανεργία και τα αυξανόμενα έξοδα για καύσιμα… και έτσι αναγκάζονται να καταφύγουν στην καύση χαμηλής ποιότητας υλικών, όπως ξύλου και σκουπιδιών. Ως εκ τούτου, η συγκέντρωση μικροσωματιδίων έχει αυξηθεί από 26 σε 36 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο αέρα. Σημειώστε πως η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας συνιστά το όριο των 10 μικρογραμμαρίων ανά κυβ.μ. για αυτά τα επιβλαβή στοιχεία. Στα παραπάνω έρχεται να προστεθεί και το γεγονός ότι η συγκέντρωση οργανικών ουσιών στον αέρα των ελληνικών μεγαλουπόλεων φαίνεται να έχει αυξηθεί κατά δύο έως πέντε φορές. Μεταξύ αυτών βρίσκονται και καρκινογόνες ουσίες, όπως πολυκυκλικοί αρωματικοί υδρογονάνθρακες. Άρα, το successstory της κυβέρνησης Σαμαρά επεκτείνεται μέχρι τους πολυκυκλικούς αρωματικούς υδρογονάνθρακες, προκαλώντας περίσσια πολιτικού θράσους εκτός από περίσσια παθήσεων στην καρδιά και το αναπνευστικό σύστημα.
Θα μου πεις ίσως, μόνος σου το είπες: η φτώχεια βλάπτει το περιβάλλον και τον άνθρωπο, όπως και ο νεοπλουτισμός - αν και διαφορετικά. Αλήθεια είναι, αλλά μάλλον υπερβολικά απλοϊκή. Το ορθό είναι πως πράγματι η φτώχεια μαυρίζει, ο πλούτος επίσης, η ευημερία ωστόσο απεχθάνεται το μαύρο! Στις χώρες και περιοχές ουσιαστικής κοινωνικής ευημερίας το «μαύρο» και το «γκρίζο» υποχωρούν και δίνουν τη θέση τους στο πράσινο και το καθαρό. Οι χώρες που αντιλαμβάνονται την ευημερία ως ουσιαστική κοινωνική πρόοδο και καθαρό, φυσικό περιβάλλον, περιορίζουν την σπατάλη ενέργειας και κατευθύνονται στην χρήση καθαρών και ανανεώσιμων πηγών. Αυτό μεταβάλει την οικονομία μιας χώρας προς το ανθρωπινότερο και οικολογικό, παράγοντας πλέον πλούτο υπό βιο-οικονομικές συνθήκες.
Το τελευταίο είναι εκείνο που παντρεύει την ισότητα με την ελευθερία σ’ ένα διαρκώς υψηλότερο επίπεδο. Διαμορφώνει, δηλαδή, το πρόπλασμα του σοσιαλισμού με την αρχή πως δεν περισσεύουν οι άνθρωποι και οι φυσικοί πόροι ενώ εμφανίζονται να σπανίζουν καταναλωτικά αγαθά. Αν δεχτείς αυτή την αρχή, θα έχεις κάνει το πρώτο βήμα για να συνθέσεις μια εναλλακτική πολιτική που θα σε απομακρύνει από την φτώχεια, δίχως να σε εγκλωβίζει στον πλουτισμό που παράγει φτώχεια και δυστυχία στον Άλλον εκεί έξω. Η ενεργειακή πολιτική στην Ελλάδα, αντίθετα, ήταν ανέκαθεν μία πολιτική που προήγαγε την ανισότητα, ενώ αδιαφορούσε σε μεγάλο βαθμό για το περιβάλλον. Σήμερα, την «εποχή της τρόικας», η πολιτική αυτή ταυτίζεται με τους γενικότερους οικονομικούς ορίζοντες της χώρας: καταστρέφει τον άνθρωπο, υποβαθμίζει το αστικό περιβάλλον και προκαλεί για ακόμη μεγαλύτερη καταστροφή στο φυσικό περιβάλλον.

Δεν είναι απλώς η φτώχεια, λοιπόν, που παράγει την αιθάλη που μαυρίζει πνευμόνια και ντουβάρια, αλλά η συγκεκριμένη μορφή δραματικής ύφεσης στον παράγοντα ευημερία, που ακολούθησε την απολύτως στρεβλωμένη και σε μεγάλο βαθμό πλαστή ανάπτυξή της την προηγούμενη περίοδο. Σε καμία περίπτωση η εκβιομηχάνιση δεν δικαιολογεί την μόλυνση της ατμόσφαιρας. Τι να πεις, όμως, για μια χώρα σαν την Ελλάδα, όπου η μόλυνση αυξάνει γεωμετρικά, την στιγμή που αυτή αποβιομηχανοποιείται δραστικά! Εδώ πια τους «ρυπαντές» θα πρέπει να τους αναζητήσεις στα πλέον βρώμικα, επιπόλαια και τραγικά ανεύθυνα μυαλά όσων προφασίζονται ότι αγωνίζονται για να βελτιώσουν τα νούμερα της ελληνικής οικονομίας εις βάρος των ανθρώπων (της), μεγεθύνοντας παράλληλα τα νούμερα της ρύπανσης των φτωχών! Η φτώχεια, φίλε αναγνώστη, αντέχεται από αρκετούς. Η πολιτική φτώχεια, όμως, και δυστυχία μάλλον δεν αντέχεται από κανέναν. Είναι αυτή που αποτελεί τον μεγαλύτερο εχθρό κάθε έννοιας ευημερίας.

Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία.
Axact

Ακτιβιστής

Μπορείτε να επικοινωνήσετε σχετικά με το παρόν άρθρο ή οτιδήποτε σχετίζεται με την ιστοσελίδα του "ακτιβιστή" ή ακόμη και για άρθρα ή απόψεις σας που επιθυμείτε να δημοσιεύσουμε στο email: chrivanovits@gmail.com

Προσθέσετε το σχόλιό σας:

0 comments:

Παρακαλώ αφήστε το μήνυμά σας. Προσπαθήστε να σχολιάζετε χωρίς προσβλητικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς. Σχόλια που θα θεωρηθούν συκοφαντικά ή θα περιέχουν βωμολοχίες θα απορρίπτονται.